Η κρίση είχε σημαντικό αντίκτυπο στα εξαιρετικά πολύπλοκα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, τα οποία αλληλεπιδρούν με, και μερικές φορές κυριαρχούνται από, άλλες σημαντικές κινητήριες δυνάμεις αλλαγής.
Η διατήρηση της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη έχει γίνει μια πρόκληση για τους φορείς χάραξης πολιτικής και τους φορείς παροχής περίθαλψης στον απόηχο της κρίσης, με μειωμένη παροχή των υπηρεσιών και αύξηση της ζήτησης για ορισμένες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης.
Μια νέα έκθεση από το Eurofound [1], τον οργανισμό κοινωνικής έρευνας στην ΕΕ με έδρα το Δουβλίνο, διερευνά ποιες ομάδες πληθυσμού έχουν βιώσει μειωμένη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη ως αποτέλεσμα της κρίσης και εξετάζει παραδείγματα μέτρων που λαμβάνονται για τη διατήρηση της πρόσβασης για τις ομάδες σε ευάλωτες καταστάσεις.
Μείωση της προσφοράς και αυξημένη ζήτηση
Η έκθεση «Πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη σε περιόδους κρίσης» δείχνει ότι η κρίση έχει οδηγήσει σε μειωμένη παροχή των υπηρεσιών με τη μείωση των προϋπολογισμών, το κλείσιμο των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης και τους περιορισμούς στις προσλήψεις προσωπικού. Αυτό οδήγησε επίσης σε αύξηση της ζήτησης για ορισμένες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση της ανασφάλειας και της επισφάλειας ως προς την απασχόληση και τη στέγαση έχουν συσχετιστεί με αυξημένα προβλήματα ψυχικής υγείας.
Όμως, η αυξημένη ζήτηση για ορισμένες δημόσιες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης δεν έχει προέλθει μόνο από αυξημένη ιατρική ανάγκη.
Για παράδειγμα:
οι άνθρωποι στρέφονται στις υπηρεσίες υγείας για προβλήματα που δεν σχετίζονται με την υγεία, είτε διότι άλλες υπηρεσίες έχουν περικοπεί είτε διότι δεν ξέρουν που αλλού να στραφούν.
Οι ασθενείς οι οποίοι δεν μπορούν πλέον να αντέξουν οικονομικά τις ιδιωτικές υπηρεσίες ή την ιδιωτική ασφάλιση, στρέφονται προς το δημόσιο τομέα.
Μειωμένη πρόσβαση νέων ομάδων
Ακόμα και στα πλουσιότερα κράτη μέλη της Ε.Ε, πολλοί άνθρωποι αναφέρουν δυσκολίες πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη λόγω του κόστους, της απόστασης ή του χρόνου αναμονής (βλέπε χάρτη).
Ποσοστό των ατόμων που αναφέρουν δυσκολία πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη στην ΕΕ (%)
Για πολλούς ανθρώπους η κρίση κατέστησε την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας πιο δύσκολη. Εν μέρει αυτό ήταν η συνέπεια των περικοπών των κυβερνήσεων, με μειωμένη κάλυψη των υπηρεσιών και την αύξηση των συμμετοχών (όπου οι χρήστες των υπηρεσιών πληρώνουν μέρος των ίδιων των δαπανών). Όμως, ακόμη και όταν απουσίαζαν οι περικοπές, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να βιώνουν μειωμένη πρόσβαση λόγω της κρίσης, ως αποτέλεσμα του μειωμένου διαθέσιμου εισοδήματος ή της αυξημένης ιατρικής ανάγκης.
Οι δυσκολίες πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη ήταν και παλαιότερα συχνότερες μεταξύ ορισμένων ομάδων του πληθυσμού. Παράλληλα, υπάρχει μεγάλη ετερογένεια μέσα σε αυτές τις ομάδες, περιλαμβάνουν για παράδειγμα άτομα που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές, μετανάστες και άστεγους. Οι περικοπές στις υπηρεσίες υποστήριξης για τις ομάδες που βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευάλωτες καταστάσεις, όπως των υπηρεσιών των κοινωνικών λειτουργών οι οποίοι βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τη σωστή πρόσβαση μέσα στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης (Σλοβενία) ή μεσολαβητές μεταναστών (Πορτογαλία), έχουν κάνει την κατάσταση των ομάδων αυτών ακόμα πιο ευάλωτη.
Η κρίση όμως έχει πλήξει και τις ομάδες που σπάνια θεωρούνται ότι βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση, λόγω της ανεργίας μεταξύ των νέων και μεσήλικων ανδρών που έχασαν τις δουλειές, και την υπερχρέωση των νέων οικογενειών. Η κρίση έδειξε ότι η κατάσταση όλων μπορεί να γίνει ευάλωτη. Για παράδειγμα, μερικοί άνθρωποι έχουν χάσει οφέλη ή μια δουλειά που περιελάμβανε ασφάλιση υγείας, ενώ άλλοι που έχουν μεταναστεύσει για να βρουν δουλειά έχουν βρεθεί σε μια νέα κατάσταση, σε μια νέα χώρα και συχνά έχουν άγνοια των ίδιων των δικαιωμάτων τους.
Κοιτάζοντας πέρα από τους νόμους και τους αριθμούς
Πολλοί πάροχοι υπηρεσιών αναφέρουν ότι δεν απαιτούν τις απαραίτητες συμμετοχές για τους ανθρώπους που προφανώς δεν μπορούν να τις καλύψουν, ή παρέχουν φροντίδα σε ανασφάλιστους ασθενείς. Αυτή η «επιείκεια» από τους παρόχους υπηρεσιών έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της πρόσβασης, όμως υπήρξαν μικρότερα οικονομικά περιθώρια για αυτή την κίνηση. Από την άλλη πλευρά, η ενέργεια αυτή μπορεί να ακυρώσει τις προσπάθειες για να κατευθυνθούν οι ασθενείς σε καταλληλότερη και λιγότερο δαπανηρή θεραπεία. Για παράδειγμα, σε ορισμένες χώρες (Ελλάδα, Πορτογαλία), αντί να γίνεται χρήση της πρωτοβάθμιας φροντίδας, οι ασθενείς επισκέπτονται τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, όπου οι συμμετοχές (copayments) είναι λιγότερο πιθανόν να εκτελεστούν.
Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι τα γηροκομεία (με εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης). Υπάρχουν αναφορές για μειωμένη ζήτηση (Ουγγαρία, Λετονία, Σλοβενία), ανεξάρτητα από τη γήρανση των κοινωνιών. Ωστόσο, αυτό προκαλείται εν μέρει επειδή οι ηλικιωμένοι διαμένουν στην κοινότητα για να συμβάλουν με τις συντάξεις τους στο οικογενειακό εισόδημα των ανέργων συγγενών.
Τρίτον, σε ορισμένες χώρες, η μετάβαση από τον ιδιωτικό στο δημόσιο τομέα κυριάρχησε (Κύπρος, Ελλάδα, Ισπανία), αλλά ταυτόχρονα υπήρξε και μια αντίστροφη κίνηση από τον δημόσιο στον ιδιωτικό σε αυτές τις χώρες. Αυτό το γεγονός αποκρύπτεται από τα συγκεντρωτικά στοιχεία. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν μετακινηθεί από το δημόσιο τομέα της υγείας στον ιδιωτικό λόγω της μειωμένης διαφοράς των τιμών, των αντιλήψεων περί μειωμένης ποιότητας των δημοσίων υπηρεσιών και μακροχρόνιων τάσεων. Η μετάβαση από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα κυριάρχησε σε ορισμένες χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Σουηδία).
Διατήρηση της πρόσβασης
Οι κυβερνήσεις και οι πάροχοι υπηρεσιών έχουν προσπαθήσει να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της διατήρησης της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη.
Οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης κάνουν εξοικονομήσεις για να διατηρήσουν την πρόσβαση, παραδείγματος χάριν μειώνοντας τις δαπάνες στις παροχές (π.χ. ρεύμα), τα τρόφιμα και τις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίων (ICT). Ο κίνδυνος είναι ότι αυτό μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα των βασικών υπηρεσιών.
Υπήρξε επίσης μια έμφαση στην εξασφάλιση της παροχής βασικών υπηρεσιών, όπως είναι οι υπηρεσίες αντικατάστασης, όταν ένας πάροχος υπηρεσιών κλείνει. Σε περιπτώσεις, στη Λετονία, Ρουμανία και Σουηδία, η πρωτοβάθμια περίθαλψη ενισχύθηκε. Στην Ελλάδα, τη Σλοβενία και την Ισπανία, αρκετοί πάροχοι υπηρεσιών ψυχικής περίθαλψης έχουν εφαρμόσει ομαδικές συνεδρίες για τους ασθενείς με προβλήματα που σχετίζονται με την κρίση.
Η κρίση μεγιστοποίησε επίσης τάσεις που κατευθύνουν τους ανθρώπους σε λιγότερο δαπανηρές μορφές μακροχρόνιας φροντίδας και περίθαλψης. Παραδείγματα είναι η αποϊδρυματοποίηση των ατόμων με αναπηρία ή με προβλήματα ψυχικής υγείας και η παραμονή των ηλικιωμένων ατόμων έξω από το γηροκομείο και τα νοσοκομεία.
Η επιτάχυνση των εφαρμογών τεχνολογίας, όπως είναι η μακρινή διάγνωση μέσω εικόνων που αποστέλλονται από ιατρούς σε ειδικούς, βελτίωσε την πρόσβαση, για παράδειγμα σε απομακρυσμένες περιοχές στο Λουξεμβούργο, την Πορτογαλία και τη Ρουμανία.
Το Eurofound είναι οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ιδρύθηκε το 1975 για να συμβάλλει στο σχεδιασμό και την καθιέρωση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και εργασίας.
Πηγή: socialeurope.eu-Του Hans Dubois, υπεύθυνος ερευνών της Μονάδας Συνθηκών Διαβίωσης και Ποιότητας Ζωής του Eurofound
Μετάφραση: Ελένη Τομπέα
Επιμέλεια: Ντούνης Ανδρέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου