Πολλαπλές, σοβαρές και εκτεταμένες παραβιάσεις των διεθνών υποχρεώσεων της Ελλάδας για την προστασία της συλλογικής αυτονομίας, του απαραβίαστου των όρων των ΣΣΕ και των συλλογικών δικαιωμάτων των εργαζομένων διαπιστώνει η τριμερής Επιτροπή Συνδικαλιστικής Ελευθερίας, το ανώτατο ελεγκτικό όργανο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.
Η Επιτροπή ζητά επίσης την αναθεώρηση των μέτρων αυτών όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα από τον έλεγχο της προσφυγής της Γ.Σ.Ε.Ε. κατά των μνημονιακών μέτρων που επιβλήθηκαν σε βάρος των εργαζομένων, από τον Ιανουάριο του 2010 έως και σήμερα.
Στο ογκώδες κείμενο συμπερασμάτων που αφορούν στην εξέταση των καταγγελιών ––τις οποίες η ΓΣΕΕ επικαιροποίησε έξι φορές με αδιάσειστα στοιχεία–– για την κατάφωρη παραβίαση των θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας 87 (προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας) και 98 (προστασία των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων), διατυπώνονται βαρύνουσες επισημάνσεις για την απαράδεκτη κατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών στην Ελλάδα.
Μετά την ιστορική αυτή απόφαση που δικαιώνει μια τεράστια προσπάθεια δυο ετών, η Γ.Σ.Ε.Ε. και οι συνδικαλιστικές τις οργανώσεις θα συνεχίσουν και θα εντείνουν τον αγώνα και νομικά κατά των μνημονιακών μέτρων.
Καλούμε το σύνολο της ελληνικής Δικαιοσύνης να αξιοποιήσει το διεθνές αυτό νομολογιακό δεδομένο, να αναγνωρίσει την παραβίαση του ελληνικού Συντάγματος και των θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας και να ακυρώσει τα μέτρα που θίγουν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων, προσβάλλοντας βάναυσα κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Παραθέτουμε κρίσιμα σημεία της απόφασης για την Ελλάδα της Επιτροπής Συνδικαλιστικής Ελευθερίας (Έκθεση αρ.365), όπου αναφέρεται ότι συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις των αρχών και δικαιωμάτων που προστατεύουν οι θεμελιώδεις ΔΣΕ 87 και 98:
• Οι επαναλαμβανόμενες και εκτεταμένες παρεμβάσεις του Κράτους με διαρκή νομοθετικά μέτρα στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων του ν.1876/1990 οδηγούν στην αποσταθεροποίηση συνολικά των εργασιακών σχέσεων, καθώς απογυμνώνουν τους εργαζόμενους από τα θεμελιώδη συλλογικά δικαιώματα και μέσα για την υπεράσπιση των οικονομικών και κοινωνικών τους συμφερόντων. Τέτοια απαγορευμένη παρέμβαση είναι αυτή στο θεσμό, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ και εν γένει στη συλλογική αυτονομία των εθνικών κοινωνικών διαπραγματευτών ως προς τη θέσπιση κατώτατων ενιαίων όρων αμοιβής και εργασίας. Το Κράτος οφείλει αφενός να διασφαλίζει μέσω της νομοθεσίας του και αφετέρου να απέχει από πράξεις που παραβιάζουν το δικαίωμα των κοινωνικών διαπραγματευτών (εργαζομένων και εργοδοτών) να οργανώνουν ελεύθερα τη δράση και τις αποφάσεις τους.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση την έναρξη τριμερούς διαρκούς και εντατικού διαλόγου για την αναθεώρηση αυτών των μέτρων χωρίς καθυστέρηση, με ειδικό βάρος στον τρόπο καθορισμού του εθνικού κατώτατου μισθού.
• Οι διαδοχικές, σκληρές και μόνιμες μειώσεις μισθών μονομερώς από το Κράτος στον δημόσιο, ευρύτερο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα κατά παράβαση όρων ΣΣΕ που ήταν σε ισχύ. Η ανάγκη λήψης μέτρων αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, δεν μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμους περιορισμούς, αλλά μόνο και εξαιρετικά σε μέτρα που έχουν μόνο προσωρινό-έκτακτο χαρακτήρα με ανώτατο χρονικό όριο εφαρμογής το πολύ τα 3 χρόνια, αφού εξαντληθούν οι προσπάθειες άρσης τους νωρίτερα.
Η Επιτροπή ζητά άμεσα την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για την αναθεώρηση των μέτρων , λαμβάνοντας υπόψη τις σοβαρές επιπτώσεις τους στους εργαζόμενους και την προστασία των ορίων διαβίωσής τους.
• Το μέτρο της εφεδρείας και γενικά κάθε μέτρο επιβολής μαζικών απολύσεων-αποχωρήσεων από το Κράτος του προσωπικού του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα συνιστά, ανάμεσα σε άλλα, παρέμβαση στη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων των αντίστοιχων χώρων, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι το Κράτος ώφειλε να προβεί σε εξαντλητικό διάλογο μαζί τους με σκοπό να σχεδιάσει το εργασιακό μέλλον των εργαζομένων αυτών.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση να ξεκινήσει άμεσα και σε βάθος διάλογο με τις αρμόδιες συνδικαλιστικές οργανώσεις.
• Η μόνιμη και διαρκής μείωση των μισθών για τους νέους εργαζόμενους έως 25 ετών, με τη δικαιολογία δήθεν της μείωσης της μακροχρόνιας ανεργίας, η οποία έχει και επίπτωση στην κάλυψη από τα σωματεία και τις ΣΣΕ.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι όλως εξαιρετικά και να μην υπερβαίνουν σε διάρκεια τον ένα χρόνο.
• Η νομοθετική παρέμβαση στο θεσμό της επέκτασης της ισχύος των κλαδικών/ομοιεπαγγελματικών ΣΣΕ (κήρυξή τους ως γενικά υποχρεωτικών) και στην αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης στους όρους εργασίας. Η νομοθεσία δεν επιτρέπεται να βάζει εμπόδια στη συλλογική διαπραγμάτευση σε κλαδικό (ανώτερο) επίπεδο. Η συστηματική και αποκλειστική προώθηση των επιχειρησιακών ΣΣΕ και της δυνατότητας θέσπισης δυσμενέστερων όρων εργασίας οδηγούν σε επικίνδυνη αποσταθεροποίηση τον μηχανισμό συλλογικών διαπραγματεύσεων, αλλά και τις ίδιες τις οργανώσεις των εργαζομένων, αλλά και των εργοδοτών, σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές των ΔΣΕ 87 και 98.
• Η χορήγηση διαπραγματευτικής δυνατότητας με δεσμευτικά αποτελέσματα για το σύνολο των εργαζομένων μιας επιχείρησης, στις ενώσεις προσώπων, οι οποίες δεν πληρούν τις απαιτούμενες εγγυήσεις δημοκρατικής εκλογής και ανεξαρτησίας που απαιτούνται για τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των εργαζομένων.
Η Επιτροπή ζητά την αναθεώρηση των σχετικών διατάξεων, ύστερα από κοινωνικό διάλογο, με σκοπό τη διασφάλιση του ρόλου των συνδικαλιστικών οργανώσεων στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.
• Η παρέμβαση με νόμο και ο περιορισμός του περιεχομένου της διαιτητικής απόφασης μόνο στον καθορισμό του μισθού, στερώντας τη δυνατότητα διαμόρφωσης ελεύθερα γνώμης από τον ανεξάρτητο διαιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψη την επίπτωση στους κρίσιμους λοιπούς κατώτατους όρους εργασίας, η Επιτροπή ζητά την άμεση αναθεώρηση των μέτρων αυτών, ύστερα από κοινωνικό διάλογο.
• Το κλείσιμο του ΟΕΚ και της Εργατικής Εστίας, που χρηματοδοτούνταν αποκλειστικά από τους εργοδότες και τους εργαζόμενους, ειδικά στο βαθμό που αυτό έχει σοβαρή επίπτωση στις κοινωνικές δράσεις και τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, τις παροχές στέγασης προς τους εργαζόμενους και τη λειτουργία του Ο.ΜΕ.Δ., ώστε να είναι ανεξάρτητος από το Κράτος στην παροχή υπηρεσιών μεσολάβησης και διαιτησίας.
Η Επιτροπή ζητά άμεσα ενημέρωση από την Κυβέρνηση για τα μέτρα που προτίθεται να λάβει για την αποκατάσταση των κοινωνικών παροχών, αλλά και της εύρυθμης λειτουργίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων και του Ο.ΜΕ.Δ.
Σημείωση: Για την ορθή παραπομπή στα κρίσιμα αυτά Συμπεράσματα, παραθέτουμε τον σύνδεσμο στο πλήρες κείμενο της απόφασης (σελίδες 223-274, παράγραφοι 784-1024).
http://www.ilo.org/wcmsp5/groups/public/---ed_norm/---relconf/documents/meetingdocument/wcms_193260.pdf
ΠΗΓΗ: ΓΣΣΕ
Η Επιτροπή ζητά επίσης την αναθεώρηση των μέτρων αυτών όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα από τον έλεγχο της προσφυγής της Γ.Σ.Ε.Ε. κατά των μνημονιακών μέτρων που επιβλήθηκαν σε βάρος των εργαζομένων, από τον Ιανουάριο του 2010 έως και σήμερα.
Στο ογκώδες κείμενο συμπερασμάτων που αφορούν στην εξέταση των καταγγελιών ––τις οποίες η ΓΣΕΕ επικαιροποίησε έξι φορές με αδιάσειστα στοιχεία–– για την κατάφωρη παραβίαση των θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας 87 (προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας) και 98 (προστασία των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων), διατυπώνονται βαρύνουσες επισημάνσεις για την απαράδεκτη κατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών στην Ελλάδα.
Μετά την ιστορική αυτή απόφαση που δικαιώνει μια τεράστια προσπάθεια δυο ετών, η Γ.Σ.Ε.Ε. και οι συνδικαλιστικές τις οργανώσεις θα συνεχίσουν και θα εντείνουν τον αγώνα και νομικά κατά των μνημονιακών μέτρων.
Καλούμε το σύνολο της ελληνικής Δικαιοσύνης να αξιοποιήσει το διεθνές αυτό νομολογιακό δεδομένο, να αναγνωρίσει την παραβίαση του ελληνικού Συντάγματος και των θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας και να ακυρώσει τα μέτρα που θίγουν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων, προσβάλλοντας βάναυσα κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Παραθέτουμε κρίσιμα σημεία της απόφασης για την Ελλάδα της Επιτροπής Συνδικαλιστικής Ελευθερίας (Έκθεση αρ.365), όπου αναφέρεται ότι συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις των αρχών και δικαιωμάτων που προστατεύουν οι θεμελιώδεις ΔΣΕ 87 και 98:
• Οι επαναλαμβανόμενες και εκτεταμένες παρεμβάσεις του Κράτους με διαρκή νομοθετικά μέτρα στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων του ν.1876/1990 οδηγούν στην αποσταθεροποίηση συνολικά των εργασιακών σχέσεων, καθώς απογυμνώνουν τους εργαζόμενους από τα θεμελιώδη συλλογικά δικαιώματα και μέσα για την υπεράσπιση των οικονομικών και κοινωνικών τους συμφερόντων. Τέτοια απαγορευμένη παρέμβαση είναι αυτή στο θεσμό, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ και εν γένει στη συλλογική αυτονομία των εθνικών κοινωνικών διαπραγματευτών ως προς τη θέσπιση κατώτατων ενιαίων όρων αμοιβής και εργασίας. Το Κράτος οφείλει αφενός να διασφαλίζει μέσω της νομοθεσίας του και αφετέρου να απέχει από πράξεις που παραβιάζουν το δικαίωμα των κοινωνικών διαπραγματευτών (εργαζομένων και εργοδοτών) να οργανώνουν ελεύθερα τη δράση και τις αποφάσεις τους.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση την έναρξη τριμερούς διαρκούς και εντατικού διαλόγου για την αναθεώρηση αυτών των μέτρων χωρίς καθυστέρηση, με ειδικό βάρος στον τρόπο καθορισμού του εθνικού κατώτατου μισθού.
• Οι διαδοχικές, σκληρές και μόνιμες μειώσεις μισθών μονομερώς από το Κράτος στον δημόσιο, ευρύτερο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα κατά παράβαση όρων ΣΣΕ που ήταν σε ισχύ. Η ανάγκη λήψης μέτρων αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, δεν μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμους περιορισμούς, αλλά μόνο και εξαιρετικά σε μέτρα που έχουν μόνο προσωρινό-έκτακτο χαρακτήρα με ανώτατο χρονικό όριο εφαρμογής το πολύ τα 3 χρόνια, αφού εξαντληθούν οι προσπάθειες άρσης τους νωρίτερα.
Η Επιτροπή ζητά άμεσα την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για την αναθεώρηση των μέτρων , λαμβάνοντας υπόψη τις σοβαρές επιπτώσεις τους στους εργαζόμενους και την προστασία των ορίων διαβίωσής τους.
• Το μέτρο της εφεδρείας και γενικά κάθε μέτρο επιβολής μαζικών απολύσεων-αποχωρήσεων από το Κράτος του προσωπικού του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα συνιστά, ανάμεσα σε άλλα, παρέμβαση στη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων των αντίστοιχων χώρων, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι το Κράτος ώφειλε να προβεί σε εξαντλητικό διάλογο μαζί τους με σκοπό να σχεδιάσει το εργασιακό μέλλον των εργαζομένων αυτών.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση να ξεκινήσει άμεσα και σε βάθος διάλογο με τις αρμόδιες συνδικαλιστικές οργανώσεις.
• Η μόνιμη και διαρκής μείωση των μισθών για τους νέους εργαζόμενους έως 25 ετών, με τη δικαιολογία δήθεν της μείωσης της μακροχρόνιας ανεργίας, η οποία έχει και επίπτωση στην κάλυψη από τα σωματεία και τις ΣΣΕ.
Η Επιτροπή ζητά από την Κυβέρνηση τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι όλως εξαιρετικά και να μην υπερβαίνουν σε διάρκεια τον ένα χρόνο.
• Η νομοθετική παρέμβαση στο θεσμό της επέκτασης της ισχύος των κλαδικών/ομοιεπαγγελματικών ΣΣΕ (κήρυξή τους ως γενικά υποχρεωτικών) και στην αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης στους όρους εργασίας. Η νομοθεσία δεν επιτρέπεται να βάζει εμπόδια στη συλλογική διαπραγμάτευση σε κλαδικό (ανώτερο) επίπεδο. Η συστηματική και αποκλειστική προώθηση των επιχειρησιακών ΣΣΕ και της δυνατότητας θέσπισης δυσμενέστερων όρων εργασίας οδηγούν σε επικίνδυνη αποσταθεροποίηση τον μηχανισμό συλλογικών διαπραγματεύσεων, αλλά και τις ίδιες τις οργανώσεις των εργαζομένων, αλλά και των εργοδοτών, σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές των ΔΣΕ 87 και 98.
• Η χορήγηση διαπραγματευτικής δυνατότητας με δεσμευτικά αποτελέσματα για το σύνολο των εργαζομένων μιας επιχείρησης, στις ενώσεις προσώπων, οι οποίες δεν πληρούν τις απαιτούμενες εγγυήσεις δημοκρατικής εκλογής και ανεξαρτησίας που απαιτούνται για τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των εργαζομένων.
Η Επιτροπή ζητά την αναθεώρηση των σχετικών διατάξεων, ύστερα από κοινωνικό διάλογο, με σκοπό τη διασφάλιση του ρόλου των συνδικαλιστικών οργανώσεων στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.
• Η παρέμβαση με νόμο και ο περιορισμός του περιεχομένου της διαιτητικής απόφασης μόνο στον καθορισμό του μισθού, στερώντας τη δυνατότητα διαμόρφωσης ελεύθερα γνώμης από τον ανεξάρτητο διαιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψη την επίπτωση στους κρίσιμους λοιπούς κατώτατους όρους εργασίας, η Επιτροπή ζητά την άμεση αναθεώρηση των μέτρων αυτών, ύστερα από κοινωνικό διάλογο.
• Το κλείσιμο του ΟΕΚ και της Εργατικής Εστίας, που χρηματοδοτούνταν αποκλειστικά από τους εργοδότες και τους εργαζόμενους, ειδικά στο βαθμό που αυτό έχει σοβαρή επίπτωση στις κοινωνικές δράσεις και τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, τις παροχές στέγασης προς τους εργαζόμενους και τη λειτουργία του Ο.ΜΕ.Δ., ώστε να είναι ανεξάρτητος από το Κράτος στην παροχή υπηρεσιών μεσολάβησης και διαιτησίας.
Η Επιτροπή ζητά άμεσα ενημέρωση από την Κυβέρνηση για τα μέτρα που προτίθεται να λάβει για την αποκατάσταση των κοινωνικών παροχών, αλλά και της εύρυθμης λειτουργίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων και του Ο.ΜΕ.Δ.
Σημείωση: Για την ορθή παραπομπή στα κρίσιμα αυτά Συμπεράσματα, παραθέτουμε τον σύνδεσμο στο πλήρες κείμενο της απόφασης (σελίδες 223-274, παράγραφοι 784-1024).
http://www.ilo.org/wcmsp5/groups/public/---ed_norm/---relconf/documents/meetingdocument/wcms_193260.pdf
ΠΗΓΗ: ΓΣΣΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου