Στα ανησυχητικά υψηλά επίπεδα ξενοφοβίας και βίας κατά µεταναστών, προσφύγων και αιτούντων άσυλο, αλλά και σε πρακτικές διαχωρισµού σε βάρος παιδιών Ροµά στην εκπαίδευση εστιάζεται η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισµού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI). Προβλέπει συστάσεις άµεσης εφαρµογής για την αντιµετώπιση του φαινοµένου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισµού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI), όργανο για την προάσπιση των δικαιωµάτων του ανθρώπου στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης, δηµοσιοποίησε την πέµπτη έκθεσή της για την Ελλάδα.
Στις βασικές διαπιστώσεις της Επιτροπής αποτιµώνται θετικά οι εξελίξεις που έχουν
επέλθει σε νοµοθετικό επίπεδο για την αντιµετώπιση του ρατσισµού και συγκεκριµένα: α) η θέσπιση και λειτουργία ειδικών αστυνοµικών µονάδων για την αντιµετώπιση της ρατσιστικής βίας, β) η ανάθεση σε ειδικό εισαγγελέα της δίωξης πράξεων ρατσιστικής βίας τον Οκτώβριο του 2013, γ) η ψήφιση του νέου αντιρατσιστικού νόµου το 2014, αλλά και των τροποποιήσεων που επήλθαν σε ποινικές διατάξεις για την πάταξη του ρατσισµού.
Ωστόσο διαπιστώνεται υστέρηση στην αντιµετώπιση της ρητορικής µίσους που εκδηλώνεται στον δηµόσιο και πολιτικό λόγο στην Ελλάδα και παρατηρείται εξακολούθηση κρουσµάτων ρατσιστικής βίας σε βάρος µεταναστών, προσφύγων και αιτούντων άσυλο. Οι δύο αυτοί παράγοντες συνεισφέρουν καθοριστικά στη δηµιουργία κλίµατος φυλετικού µίσους και φόβου, το οποίο η έκθεση συνδέει επίσης µε τη δράση της Χρυσής Αυγής, αλλά και µε την απροθυµία έγκαιρης και αποτελεσµατικής δράσης από τις αρµόδιες κρατικές αρχές.
Για την τεκµηρίωση του ρατσιστικού φαινοµένου στην Ελλάδα αξιοποιείται και η ειδική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για τη ρατσιστική βία, στην οποία ήδη από το 2013, ο Συνήγορος είχε διαπιστώσει µεταξύ άλλων: α) τη σοβαρή αναντιστοιχία της επίσηµης καταγραφής περιστατικών ρατσιστικής βίας από την αστυνοµία µε τον πολύ µεγαλύτερο αριθµό τέτοιων περιστατικών που είχαν πράγµατι λάβει χώρα, β) την αδράνεια ή ολιγωρία των αστυνοµικών οργάνων, και πάντως την αναποτελεσµατική διερεύνηση των καταγγελιών στις οποίες φαίνεται να εµπλέκονταν αστυνοµικά όργανα και γ) τις ελλείψεις του νοµοθετικού πλαισίου για την αντιµετώπιση αδικηµάτων µε ρατσιστικό κίνητρο και για την αποτελεσµατική προστασία των θυµάτων στην πράξη.
Ενδεικτικό πάντως της υστέρησης που διαπιστώνει η Έκθεση της Επιτροπής στην αντιµετώπιση του φαινοµένου, αλλά και των επιπτώσεων που έχει η ρητορική µίσους στην Ελλάδα, είναι το περιεχόµενο των δύο συστάσεων άµεσης εφαρµογής που απευθύνει η Επιτροπή στην ελληνική πολιτεία:
• Θέσπιση εθνικής στρατηγικής για την καταπολέµηση του ρατσισµού και της µισαλλοδοξίας από οµάδα δράσης (task force) που θα αποτελείται από όλες τις αρµόδιες αρχές, συµπεριλαµβανοµένου του Συνηγόρου του Πολίτη, της Εθνικής Επιτροπής για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου και ΜΚΟ.
• Αποτελεσµατική διερεύνηση του ρατσιστικού και οµο-τρανσφοβικού κινήτρου ήδη από το αρχικά στάδια των αστυνοµικών ερευνών και των δικαστικών διαδικασιών, και πλήρη κατάρτιση των δικαστικών λειτουργών για την εφαρµογή του νέου άρθρου 81Α ΠΚ ως προς την επιβαρυντική περίσταση του ρατσιστικού κινήτρου.
Ο Συνήγορος του Πολίτη εκτιµά ότι οι επισηµάνσεις της Επιτροπής αποτελούν συµβολή στις αρχές του κράτους δικαίου, αναγνώριση της συνεισφοράς του έργου της ανεξάρτητης Αρχής στο πεδίο της καταπολέµησης των διακρίσεων και του ρατσισµού, αλλά και παρότρυνση προς τις αρµόδιες αρχές για εγρήγορση και ακόµη εντονότερη δράση στη κατεύθυνση αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου